Κυριακή 1 Μαρτίου 2015

ΠΑΙΔΕΙΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ Απο την άλωση της Πόλης ως σήμερα (19664) -Β' Μέρος (1832-1889)





ΠΑΙΔΕΙΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ
Από την  άλωση της Πόλης ως σήμερα (1964)*


Μελέτη του Κ.Δ .Σωτηρίου που δημοσιεύτηκε
 στο «Νεοελληνικό Λεξικό» Ελευθερουδάκη
Εδώ δημοσιεύεται το χειρόγραφο κείμενο
*Η μελέτη είναι αρκετά μεγάλη  και γι αυτό θα ολοκληρωθεί δε τέσσερεις συνεχόμενες αναρτήσεις.
Α’ Μέρος –Από την άλωση της Πόλης μέχρι τον Όθωνα-http://arxeiokdsotiriou.blogspot.gr/2015/03/1964.html
Β’ Μέρος – «1832 -1889»-
Γ’ Μέρος – «1889-1912»-
Δ’ Μέρος – «1912-μέχρι σήμερα (1964)»
                                                          
Β’ Μέρος


Παιδεία Νεοελληνική
Λήψη pdf: ΠΑΙΔΕΙΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ Β' Μέρος
Η ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΑΙΔΕΙΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΟΘΩΝΑ ΩΣ ΣΗΜΕΡΑ

Το εκπαιδευτικό μας πρόβλημα εξακολουθεί ως σήμερα να μένει άλυτο για το λαό. Η προοδευτική γλωσσοεκπαιδευτική μεταρρύθμιση δεν πραγματοποιήθηκε ακόμη. Οι λιγοστές σοβαρές προσπάθειες δεν καρποφορήσανε. Οι κάποιες βελτιώσεις ήσαν οι περισσότερες επιφανειακές. Καμιά σχεδόν ποιοτική αλλαγή.
Στα 130 χρόνια της ελεύτερης ζωής μας, ο λαός έμεινε βυθισμένος στο πνευματικό σκοτάδι. Δε μορφώθηκε. Δε διδάχτηκε να εκμεταλλεύεται τις πλουτοπαραγωγικές πηγές της χώρας μας. Δε φωτίστηκε με το φως της επιστήμης. Το μεσαιωνικό πνεύμα θόλωνε το μυαλό, οι προλήψεις και οι δεισιδαιμονίες έφραξαν το δρόμο του. Στα 130 χρόνια από την απελευθέρωση ως σήμερα η παιδεία μας δεν εξυπηρέτησε τις ανάγκες του λαού, ούτε τον όπλισε στην παραγωγική του δράση με τα όπλα του σύγχρονου τεχνικού πολιτισμού. Σ’ όλο αυτό το χρονικό διάστημα εξακολουθεί να είναι αντιλαϊκή και αντιπαραγωγική, και γι αυτό αντιπροοδευτική.
Μα ας ρίξουμε μια ματιά στην πορεία, που βάδισε η παιδεία μας στα 130 χρόνια της ελεύτερης ζωής μας, και στα αποτελέσματά της. Τραγικά για το λαό και τα παιδιά του τα αποτελέσματά της. Βασανιστική και αντιφατική πορεία της. Για να παρακολουθήσουμε καλύτερα τη βασανιστική πορεία της σκόπιμο, νομίζω, να ξεχωρίσουμε τρεις περίοδες. Πρώτη περίοδος 1832-1889. Δεύτερη περίοδος 1889-1912 και Τρίτη περίοδος 1912 ως σήμερα.

Πρώτη περίοδος (1832-1889)

α! Η αντιδραστική γλωσσοεκπαιδευτική παράταξη υπερισχύει απόλυτα.
Δέκα περίπου χρόνια κράτησε η επανάσταση του 1821. Καταστροφές πάνω σε καταστροφές. Ποτάμι το αίμα. Ύστερα από τόσες θυσίες ελευτερώνεται ένα μικρό μέρος από το υπόδουλο Έθνος. Οι προστάτιδες –όπως τις ονόμασαν – Δυνάμεις εγκαθιδρύουν στη χώρα μας απόλυτη μοναρχία με βασιλέα τον Όθωνα. Στο νεοϊδρυμένο βασίλειο παίρνει την εξουσία στα χέρια της η ντόπια και ξένη φεουδαρχική ολιγαρχία. Οι λαϊκοί αγωνιστές παραπεταμένοι και κυνηγημένοι οι αγρότες  λίγο πολύ δουλοπάροικοι. Μέσα σ’ αυτές τις κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες, επόμενο ήταν να υπερισχύσει πέρα για πέρα η αντιδραστική γλωσσοεκπαιδευτική παράταξη. Η μέση λύση του Κοραή δεκαετηρίδες ολόκληρες παραμερίζεται. Οι ριζοσπάστες προοδευτικοί συκοφαντούνται, βρίζονται, διώχνονται. Η αναγεννητική προσπάθεια, που είχε αρχίσει από το 18ο αιώνα με τόσο καλές ελπίδες, σταμάτησε. Επικρατεί στην παιδεία η βυζαντινοεκκλησιαστική παράδοση με το ψευτοκλασικό, μεσαιωνικό πνεύμα. Τα φεουδαρχικά στοιχεία θέλουν να νεκραναστήσουνε την αρχαία αττική. Σύνθημά τους:  πίσω στη γλώσσα του Πλάτωνα και του Ξενοφώντα.
Η λογοτεχνία πέφτει στην ξεραΐλα της αρχαϊκής γλώσσας. Ποιητές και στιχοπλόκοι, και ανάμεσά τους ο Παναγιώτης Σούτσος, ο Καρασούτσας ο Αλ. Ραγκαβής συναγωνίζονται στη γλωσσική αρχαιομανία τους. Ο καθηγητής Φίλιππος Ιωάννου μεταφράζει τα δημοτικά τραγούδια στην ομηρική γλώσσα, για να πάψουν να είναι χυδαία άσματα. Στην επιστήμη με την αρχαϊκή γλώσσα πνίγεται και η κάποια δημιουργική προσπάθεια. Πεμπτουσία της επιστήμης ο παθητικός θαυμασμός και οι παγεροί ύμνοι στους ένδοξους προγόνους μας. Και ο λαός βυθίζεται στην οικονομική εξαθλίωση και το πνευματικό σκοτάδι.
Πρώτος ανάμεσα στους γλωσσαμύντορες σκοταδιστές ο στιχοπλόκος Παναγιώτης Σούτσος. Στα γραφτά του νεκρανασταίνει τους μονολεχτικούς μέλλοντες, τους υπερσυντέλικους της αρχαίας αττικής και τα απαρέμφατα. Και τόση είναι η αρχαιομανία του, ώστε δε δίσταζε να κλείνει σύμφωνα με την αρχαία γραμματική και τα νεοελληνικά κύρια ονόματα: π.χ. ο Τρικούπης του Τρικούπου, ο Παλάσκας του Παλάσκου, ο Κολοκοτρώνης του Κολοκοτρώνου κ.τ.λ.
Η γλώσσα του λαού βρίζεται χυδαία. Η αμάθεια βασιλεύει σ’ όλη τη χώρα. Η φεουδαρχική ολιγαρχία με όργανό της το λογιοτατισμό δεν ενδιαφέρεται, - το τόνισα παραπάνω – να μορφώσει τα παιδιά του λαού. Λίγα κολυβογράμματα και αυτά σε ακατανόητη για τα παιδιά γλώσσα. Στα λιγοστά δημοτικά σχολεία κυριαρχεί η αρχαία γραμματική. Το πνευματοχτόνο έργο της συνεχίζεται, και τα παιδιά, όπως γράφει ο Βηλαράς «κουτιάζουν».
Και για ιδανικό προβάλλει στον ελληνικό λαό η αντιδραστική φεουδαρχική παράταξη τον ψευτοκλασικισμό με τον παθητικό θαυμασμό και την παραπλανητική «Μεγάλη Ιδέα». Με το διπλό τούτο ανασταλτικό και παραπλανητικό ιδανικό η φεουδαρχική παράταξη ξεγελάει το λαό, αποκοιμίζει τη δημιουργική του δύναμη, εκμεταλλεύεται το φλογερό του πόθο να αγωνιστεί με αυτοθυσία για να ξεσκλαβωθούν όλοι οι υπόδουλοι Έλληνες, υποθάλπει κούφιες ελπίδες, αναφτερώνει ανεδαφικά ονειροπολήματα, και κρατάει δεμένο το λαό στη σκοταδιστική βυζαντινοεκκλησιαστική παράδοση, πρόθυμο για θυσίες όργανο στα χέρια της ντόπιας και ξένης φεουδαρχικής ολιγαρχίας.
Ο αντιλαϊκός και αντεθνικός αρχαϊσμός κορυφώνεται με τον κοντισμό. Ο καθηγητής Κ. Κόντος μαστιγώνει, όπως και ο αρχαίος γραμματικός Φρύνιχος, όσους δε γράφουνε «δόκιμα» δηλαδή γνήσια αρχαία. Πρέπει, τονίζει, ν’ αποφεύγουμε τα «αδόκιμα». Δεν πρέπει να γράφουμε η λέμβος, θίγω το ζήτημα, όπως «πολλοί τη χυδαιολογία ή μάλλον κοπρολογία συνιθίζουσι» να γράφουν. Σωστό – δόκιμο – είναι να γράφουμε «ο λέμβος, θιγγάνω του ζητήματος, πεπεινηκώς, δεδιψηκώς, νενομοθετημένος, τετοποθετημένως, πεφιλοπονημένος, μεμιμημένος, απεληλαμένος». Όλοι αυτοί οι τόποι είναι «δόκιμοι» και «θαυμασίως ευαρμοστούσιν». Αποπνιχτικός, αλήθεια, ο αέρας από τις ψευτοκλασικές αναθυμιάσεις. Τραγικό το κατάντημα της παιδείας.  
β! Ο γλωσσοεκπαιδευτικός αγώνας ζωηρεύει
Ο στείρος λογιοτατισμός με την ψευτοκλασική σημαία του και την αρχαιομανία  προκαλεί μικρή στην αρχή, μα ολοένα μεγαλύτερη αναταραχή σ’ όλους που πονάνε τον τόπο. Γύρω στα 1870 αρχίζει η πάλη εναντίον του. Την ίδια εποχή η εξαντλημένη από την Επανάσταση του 1821 αστική τάξη αρχίζει να δυναμώνει. Η οικονομία σιγά-σιγά οργανώνεται. Η βιοτεχνία αναπτύσσεται. Δημιουργείται κάποια βιομηχανία. Η ναυτιλία ανασυγκροτείται. Ο απολυταρχικός βασιλιάς Όθωνας διώχνεται, η μοναρχία γκρεμίζεται. Κάποιος αστικοδημοκρατικός αέρας φυσάει. Η αστική τάξη διεκδικεί τα δικαιώματά της.
Παράλληλα με την οικονομική και πολιτική ανασυγκρότηση, βαδίζει – άμεση συνέπειά της – και η πάλη εναντίον στο λογιοτατισμό και το σκοταδισμό. Η προοδευτική κίνηση στη πνευματική ζωή ενισχύεται σημαντικά από την Εφτανησιώτικη Σχολή. Εκεί στα Εφτάνησα ο λογιοτατισμός με το σκοταδιστικό του πνεύμα δεν μπόρεσε να ρίξει ρίζες. Γύρω από τον εθνικό μας ποιητή Διονύσιο Σολωμό συγκεντρώνονται όλοι οι προοδευτικοί, όλοι όσοι θέλουνε να μορφωθεί και να φωτιστεί ο λαός με γλωσσικό όργανο τη ζωντανή του γλώσσα. Ο ποιητής Τυπάλδος τονίζει, πως η λογιοτατίστικη γλώσσα γίνεται εμπόδιο στην πρόοδο, ακόμη και στην ύπαρξη του Έθνους.
Έτσι σιγά-σιγά μα σταθερά λυτρώνεται και στην ελεύθερη Ελλάδα η πνευματική ζωή από την ξεραΐλα του αττικισμού. Ποιητές δε φοβούνται πια να γράφουνε τα τραγούδια τους στη ζωντανή λαϊκή γλώσσα. Φιλόλογοι αγωνίζονται να λευτερώσουνε το Έθνος από την αρχαιοπληξία και την προγονοπληξία και να ανοίξουνε το δρόμο στο λαό για τη μόρφωσή του. Ο φωτισμένος παιδαγωγός Κ. Ξανθόπουλος (1815-1887) – δίδαξε στην Τραπεζούντα, στη Σμύρνη και στο Αρσάκειο στην Αθήνα, πρόδρομος, αλήθεια, στην εκπαιδευτική μεταρρύθμιση, που προγραμμάτισε ο Εκπαιδευτικός Όμιλος σαράντα χρόνια αργότερα – σε μια κριτική του για τα αναγνωστικά βιβλία του δημοτικού σχολείου, καταδικάζει την αρχαΐζουσα, γιατί ούτε ο λαός, ούτε τα παιδιά την καταλαβαίνουνε, και αντί να μορφωθούνε, θολώνει το μυαλό τους. Διαβάζουμε, γράφει, σε κάποιο καινούργιο αλφαβητάριο: «η στυξ, ο θώψ, ο γύψ, ο γρύψ, ο λύγξ, η δράξ». Τις λέξεις αυτές ούτε ο ίδιος ο συγγραφέας του αλφαβηταρίου, να μην ήξερε τη σημασία τους, πριν να τις γράψει.
Ο γλωσσοεκπαιδευτικός αγώνας ζωηρεύει. Αντίπαλος στο σχολαστικό γραμματικό Κόντο, προβάλει ο σπουδαίος φιλόλογος και καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Δημ. Βερναρδάκης. Ο Βερναρδάκης πολέμησε ακατάβλητος μαχητής, το στείρο αρχαϊσμό, ιδιαίτερα με το έργο του «ψευδαττικισμού έλεγχος». Δέχεται να γίνει η ζωντανή λαϊκή γλώσσα η βάση για το γραφτό λόγο. Για να γεφυρωθεί το χάσμα ανάμεσα στη ζωντανή και την αρχαϊκή γλώσσα, προτείνει, όπως γράφει ο καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης Ν. Ανδριώτης, «να απλουστεύεται ολοένα η γραφομένη, ώστε με τον καιρό να ταυτιστεί κάποτε με την ομιλουμένη». Σύνθημα του Βερναρδάκη: όχι πίσω προς την αρχαία γλώσσα παρά εμπρός προς τη γλώσσα του λαού. Μα και ο γλωσσολόγος Γ.Ν. Χατζηδάκης υποστήριζε τότε για κάμποσα χρόνια τη ζωντανή λαϊκή γλώσσα. «Η θεωρία, τόνιζε, περί της ευγενείας  των αρχαίων τύπων και της ευτελείας των νέων, είναι αξιολύπητος πλάνη». Αργότερα όμως ο καθηγητής Χατζηδάκης συμμάχησε με τους αρχαϊστές και πολέμησε με πάθος τη γλώσσα του λαού και με τη συκοφαντία τους υποστηριχτές της.
 γ! Ο αναλφαβητισμός και η αγραμματοσύνη θριαμβεύουν
Ασήμαντη ήταν η ποσοτική ανάπτυξη της παιδείας στα χρόνια της επανάστασης. Λιγοστά τα σχολεία, όπως είδαμε, λειτούργησαν, και λιγοστά ιδρύθηκαν. Ασήμαντη όμως η ποσοτική ανάπτυξη και στα χρόνια της βασιλείας του Όθωνα και αργότερα. Τα αποτελέσματα τραγικά για το λαό. Ο αναλφαβητισμός και η αγραμματοσύνη θριαμβεύουν.
Στις 19 του Φλεβάρη του 1834 δημοσιεύτηκε το ιδρυτικό και οργανωτικό Β. Διάταγμα για τη δημοτική εκπαίδευση. Είναι, θα λέγαμε ο καταστατικός χάρτης για τη δημοτική παιδεία, και διατηρήθηκε 60 ολόκληρα χρόνια, ως το 1895, χωρίς σχεδόν καμιά αλλαγή.
Το οργανωτικό τούτο Διάταγμα σου κάνει εντύπωση, πως είναι πολύ προοδευτικό. Ορίζει εφτατάξιο το δημοτικό σχολείο – έτσι το ονομάσανε το σχολείο για τα παιδιά του λαού – με εφτά χρόνια υποχρεωτική και δωρεάν φοίτηση. Πλούσιο σε μαθήματα είναι και το πρόγραμμα. Μαθήματα θεωρητικά και πραχτικά: Κατήχηση, ανάγνωση, γραφή, αριθμητική, γλωσσική διδασκαλία και γραμματική της αρχαίας αττικής, ιχνογραφία, φωνητική μουσική, γεωγραφία, ελληνική ιστορία, στοιχεία φυσικών επιστημών, και … «εκτός τούτου….θέλει διδάσκεσθαι πρακτικώς η αγρονομία, η κηπουρική, η δενδροκομία, η βυμβυκοτροφία και η μελισσοτροφία». Περίφημο αλήθεια, για τα χρόνια εκείνα το πρόγραμμα. Μα όλα αυτά, όπως λέμε, «στο χαρτί». Στην πραγματικότητα ούτε το εφτατάξιο δημοτικό σχολείο λειτούργησε – ως σήμερα ακόμη δεν έχει λειτουργήσει στη χώρα μας – ούτε το πλούσιο αυτό πρόγραμμα εφαρμόστηκε.
Διπλή ήταν η βασική αιτία. Πρώτο: την Κυβέρνηση την είχανε πάρει στα χέρια τους τα φεουδαρχικά στοιχεία, και η φεουδαρχική ολιγαρχία, όπως είδαμε, δεν ήθελε να μορφωθεί ο λαός. Παρουσίασε λοιπόν πολυτάξιο το δημοτικό σχολείο και πλούσιο το πρόγραμμα, για να ξεγελάσει το λαό και να τον αποκοιμίσει. Δεύτερη αιτία: Το όργανο της φεουδαρχικής ολιγαρχίας, η αντιδραστική γλωσσοεκπαιδευτική παράταξη, δεν ενδιαφερόταν για το φωτισμό του λαού και για τον πλουτισμό του με ωφέλιμες πραχτικές γνώσεις. Βύθισε λοιπόν το δημοτικό σχολείο στο μεσαιωνικό, θεοκρατικό σκοταδισμό και αλυσόδεσε τα παιδιά με την αρχαία γραμματική. Μα ας ρίξουμε μια γοργή ματιά στις ειδικές πηγές, που τροφοδοτούσανε πλούσια τον αναλφαβητισμό και την αγραμματοσύνη.
1. Σχολεία ιδρύονται με πολύ αργό ρυθμό, με το σταγονόμετρο, όπως λέμε. Το άρθρο 4 του Β. Διατάγματος για τη δημοτική εκπαίδευση όριζε «Εις έκαστον δήμον θέλει συσταθεί ολίγον κατ’ ολίγον εν σχολείον δημοτικόν…προς το παρόν δε θέλουσι ενώνεσθαι πολλοί γειτνιάζοντες δήμοι προς ανέγερσιν και διατήρησιν ενός δημοτικού σχολείου». Βέβαια στην ερειπωμένη τότε χώρα μας και οι ανάγκες ήσαν πολλές και οι οικονομικές δυσκολίες πολύ μεγάλες. Όμως υπήρχε η δυνατότητα, το Κράτος, αν πραγματικά ενδιαφερόταν, να ιδρύσουν σχολεία. Ας μη λησμονάμε, πως κατασπαταλήθηκαν το 60 εκατομμύρια φράγκα το δάνειο, και πόσα ξόδεψε η Κυβέρνηση για τους βαυαρούς αξιωματικούς, στρατιώτες και άλλους υπαλλήλους, τους στυλοβάτες της μοναρχίας. Με πόσο αργό ρυθμό ιδρύονταν δημοτικά σχολεία μας το δείχνει ο ακόλουθος στατιστικός πίνακας:
ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΙΣ[1]
Έτη
κάτοικοι
Σχολεία


Αρρ.
Θηλ.
Σύνολο
1830
  753.400
  71
-
    71
1855
1.062.627
357
 62
  419
1866
1.391.216
942
125
1.067
1874
1.552.514
986
138
1.124
1889
2.187.208
-
-
2.278
Όπως βλέπουμε μέσα σε 45 χρόνια (1830-1874) ιδρύθηκαν 1.053 σχολεία, 25 δηλαδή το χρόνο. Και να ήθελαν λοιπόν οι γονείς, που να στείλουνε τα παιδιά τους να μάθουνε γράμματα; Τα σχολεία δεν επαρκούσαν.
2. Μα και τα λιγοστά αυτά σχολεία, λειτουργούσανε μέσα στις πιο ελεεινές συνθήκες. Σχολικά χτίρια πάρα πολύ λίγα. Και πολύ λίγα καινούργια διδαχτήρια χτίστηκαν. Τα παιδιά σε ανθυγιεινά οικοδομήματα, σε αποθήκες τρώγλες και, όπως και παλαιότερα, στους νάρθηκες και στα κελιά των εκκλησιών. Έπιπλα και θρανία λιγοστά. Τα εποπτικά μέσα έλειπαν ολότελα.
3. Μέθοδες για τη διδασκαλία η χιλιοπαινεμένη την εποχή εκείνη, αντιπαιδαγωγική όμως στην ουσία, αλληλοδιδαχτική[2] και η γνωστή μας ψυχαγωγία[3]. Η πρώτη, η αλληλοδιδαχτική βόλευε κάπως την κατάσταση. Η δεύτερη, η ψυχαγωγία – αυτή επικρατούσε ακόμη, καταργήθηκε το 1879- και βάρβαρη και βασανιστική ήτανε για τα παιδιά. Κορύφωμα η αποπνιχτική αποστήθιση. Η φοίτηση λοιπόν στο σχολείο αποκρουστική στα παιδιά. Η σχολική εργασία, όπως το τόνισα, καταναγκασμός.
4.Το διδαχτικό προσωπικό: Παραπεταμένο λοιπόν το δημοτικό σχολείο κακομοιριασμένος, εξαθλιωμένος, κυνηγημένος από τις κομματικές φατρίες και τα όργανά τους, σακατεμένος από την πολλή δουλειά και ολότελα ακατάρτιστος ο δάσκαλος. Ιδρύματα, που θα μορφώνανε και θα καταρτίζανε το δάσκαλο για το δύσκολο εθνικό του έργο. Το πρώτο Διδασκαλείο ιδρύθηκε στην Αθήνα το 1878. Σ’ όλο αυτό το διάστημα για να διοριστεί κανείς δημοδιδάσκαλος, έδινε εξετάσεις σε μια επιτροπή του Υπουργείου της Παιδείας, και αν πετύχαινε, έπαιρνε το πτυχίο του δημοδιδασκάλου. Φυσικά δεν είχε ιδέα από παιδαγωγικά και ψυχολογία, ούτε καμιά πείρα διδαχτική. Το φεουδαρχικό Κράτος ήθελε τους δασκάλους κομπογιανίτες. Αυτούς θεωρούσε κατάλληλους για το σκοπό του, για να κρατήσει το λαό και τα παιδιά του βυθισμένο στην αμορφωσιά.
5. Το πρόγραμμα. Μέσα σ’ αυτές τις συνθήκες και με τέτοιους δασκάλους ακατάρτιστους, αδύνατο, φυσικά, να εφαρμοστεί το πρόγραμμα, που όριζε το Β. Διάταγμα του 1834. Όλη λοιπόν η ξεθεωτική προσπάθεια του δασκάλου συγκεντρωνότανε στην ανάγνωση, γραφή, και αριθμητική, με κύριο σκοπό την αρχαία γραμματική. Έτσι το δημοτικό σχολείο έμεινε, δεκαετηρίδες ολόκληρες, απροσάρμοστο στις υλικές και πνευματικές ανάγκες του λαού, υποταγμένο στο λογιοτατισμό. Είχε επικαθίσει, βραχνάς στο στήθος του λαού, ο σχολαστικισμός και το μεσαιωνικό σκοταδιστικό πνεύμα. Φορτωνόντουσαν τα παιδιά με πλήθος γραμματικούς και ορθογραφικούς κανόνες, αποστηθίζανε ρητά και αποφθέγματα ακατανόητα, και τροπάρια και απολυτίκια, και όρους γεωγραφικούς και ονόματα και χρονολογίες, και βγαίνανε στη ζωή με κάποια κουρέλια γνώσεις, ξεθωριασμένα στολίδια της αμάθειά τους, και με γλωσσοδέτη την αρχαία γλώσσα. Δεν μπορούσαν ούτε τα πιο απλά νοήματα να κατανοήσουν, ούτε και τα πιο απλά διανοήματα να διατυπώσουνε. Μέσα σ’ αυτές τις συνθήκες τα παιδιά «κουτιάζανε».
Καταλαβαίνουμε τώρα, γιατί ο αναλφαβητισμός και η αμάθεια είχαν απλωθεί σ’ όλη τη χώρα. Ας ρίξουμε μια ματιά στον ακόλουθο στατιστικό πίνακα. Είναι πολύ διδαχτικός:

ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΙΣ
ΕΤΗ
ΚΑΤΟΙΚΟΙ
ΜΑΘΗΤΕΣ
ΑΝΑΛΟΟΓΙΑ % ΕΠΙ ΚΑΤΟΙΚΩΝ
ΕΠΡΕΠΕ ΝΑ ΦΟΙΤΟΥΝ
ΤΟ ΛΙΓΟΤΕΡΟ
1830
753.400
6.711
-
6711
0,88
90.000
1855
1.062.627
30.520
4.753
35.273
3,3
127.008
1866
1.391.216
44.502
8.481
52.583
3,8
167.000
1874
1.552.514
63.156
11.405
74.591
4,8
186.000
1889
2.187.208
-
-
97.801
4,5
263.000




Ο στατιστικός αυτός πίνακας μας δείχνει: α! Πάνω από 65% από τα παιδιά που έπρεπε να φοιτούνε στη δημοτική εκπαίδευση, δεν πατήσανε το πόδι τους στο σχολείο. Πλούσια λοιπόν τροφοδοτείται ο αναλφαβητισμός. Και  β! Εκεί που κάνει θραύση, είναι τα κορίτσια. Φοιτούν έξι φορές λιγότερα κορίτσια από  αγόρια. Να μη λησμονάμε, πως η αναλογία στον αναλφαβητισμό είναι πολύ μεγαλύτερη στους αγροτικούς συνοικισμούς και στα χωριά, αφού σε πολλά χωριά και συνοικισμούς δε λειτουργούσε σχολείο.
Πρέπει να προσθέσω ακόμη, πως η κατάσταση είναι πολύ χειρότερη, απ’ ότι μας παρουσιάζει ο πίνακας. Ο πίνακας μας λέει πόσα παιδιά γράφτηκαν στο σχολείο, δε μας λέει όμως πόσα φοιτήσανε πραγματικά και πόσα το τελείωσαν. Ξέρουμε, πως τα περισσότερα παιδιά φοιτούσαν το πολύ ένα δυό χρόνια μόνο. Η διαρροή ήτανε πολύ μεγάλη. Ξεπερνούσε το 50%. Έτσι δίπλα στις χιλιάδες τα αναλφάβητα παιδιά και στρατός αμέτρητος και οι αγράμματοι, που ξεφούρνιζε κάθε χρόνο το κακομοιριασμένο δημοτικό σχολείο. Τα περισσότερα παιδιά ξεμάθαιναν γρήγορα να διαβάζουν και μόλις την υπογραφή τους μπορούσανε να ορνιθοσκαλίσουνε.
Έτσι στο τέλος της πρώτης περιόδου έχουμε πάλι τρεις γλωσσοεκπαιδευτκές παρατάξεις. Πρώτη παράταξη η φεουδαρχική αντιδραστική. Αυτή υπερισχύει απόλυτα και πυκνώνει το πνευματικό σκοτάδι. Εκπροσωπεί την αντιλαϊκή γλωσσοεκπαιδευτική πολιτική της φεουδαρχικής ολιγαρχίας, που κρατάει την εξουσία στα χέρια της. Στην εκπαίδευση σ’ όλες τις βαθμίδες κυριαρχεί η βυζαντινοεκκλησιαστική παράδοση με την τυπολατρεία και τη αρχαία γραμματική. Κύριο όπλο η βία, ο κατατρεγμός, η συκοφαντία.
Δεύτερη παράταξη η συμβιβαστική. Κύριος εκπρόσωπός της ο καθηγητής Δημ. Βερναρδάκης. Η παράταξη τούτη εκφράζει τη συμβιβαστική γλωσσοεκπαιδευτική πολιτική, που θέλει να εφαρμόσει η συντηρητική μερίδα της αστικής τάξης, και συνεχίζει τη συμβιβαστική λύση του Κοραή. Δεν κάνει όμως τα λάθη του. Αντίθετα ζητάει την απλοποίηση και το πλησίασμα στη γλώσσα του λαού. Γίνεται έτσι το ξεκίνημα για την απλή καθαρεύουσα. Είναι λοιπόν η δεύτερη παράταξη συντηρητική και συμβιβαστική στη γλώσσα. Στην  εκπαίδευση όμως είναι λίγο πολύ προοδευτική. Θέλει να βγει από την αμάθεια ο λαός. Χτυπάει τον ψευτοκλασικισμό.
Τρίτη παράταξη η προοδευτική. Η παράταξη τούτη εκφράζει τη γλωσσοεκπαιδευτική πολιτική της προοδευτικής μερίδας της αστικής τάξης. Χρόνια πολλά κατατρεγμένη κρατάει άσβεστη τη φλόγα στα Εφτάνησα. Στην ελεύθερη Ελλάδα παρουσιάζεται γύρω στα 1870. Η κοινωνικοοικονομική ζύμωση ευνοεί το ξεκίνημά της. Συνεχίζει την προεπαναστατική προοδευτική γλωσσοεκπαιδευτική ροπή. Υποστηρίζει με φανατισμό τη ζωντανή γλώσσα του λαού και ζητάει να μορφωθεί ο λαός, για να πάει μπροστά το Έθνος και να σταθεί γερά μέσα στο βαλκανικό ανταγωνισμό.

δ! Αντιλαϊκή και αντιπαραγωγική και στην οργάνωση και στο περιεχόμενο η μέση παιδεία
Ο Ελληνικός λαός, εξαντλημένος από την Επανάσταση του 1821 και εξαθλιωμένος, περίμενε από την παιδεία να του δώσει τα εφόδια, για να αναπτύξει τη δημιουργική του δράση και να προκόψει. Οι ελπίδες του όμως διαψεύστηκαν. Υπερίσχυσε, όπως είπα, πέρα για πέρα η αντιδραστική γλωσσοεκπαιδευτική παράταξη. Το ισχυρότερό της φρούριο η μέση εκπαίδευση. Η μέση εκπαίδευση αγνόησε τις ανάγκες και τα ζωτικά προβλήματα του λαού, σα να είχε σταματήσει η ζωή. Βυθισμένη στη βυζαντινοεκκλησιαστική παράδοση, απολιθώθηκε, προσδοκώντας να αναστηθεί η αρχαία ελληνική γλώσσα.
1. Αντιλαϊκή και αντιπαραγωγική η οργάνωση της παιδείας. Στις 31 του Δεκέμβρη του 1836 δημοσιεύτηκε το οργανωτικό Β. Διάταγμα για τη μέση εκπαίδευση. Σύμφωνα με το Διάταγμα αυτό η μέση εκπαίδευση είναι εφτάχρονη και διαιρείται σε δυό επάλληλα σχολεία, το τριτάξιο ελληνικό σχολείο και το τετρατάξιο γυμνάσιο. Το ελληνικό σχολείο είναι, ξεχωριστό σχολείο για τη μικροαστική τάξη. Ανοίγει τις πόρτες του σ’ όλα τα παιδιά που έχουν απολυτήριο του δημοτικού, και έχει διπλό σκοπό: «να προετοιμάζει δια τα γυμνάσια, αλλά συγχρόνως να αποτελεί και αυθύπαρκτον τι όλον….κατάλληλον δια τους παίδας, όσοι δεν θέλουν μεταβή εις το γυμνάσιον» να δίνει δηλαδή κατάλληλη μόρωση στα παιδιά της μοκροαστικής τάξης. Το γυμνάσιο είναι το σχολείο για τη μεσαία αστική τάξη. Ανοίγει και αυτό τυπικά τις πόρτες του, έπειτα από εισαγωγικές εξετάσεις, σ’ όλα τα παιδιά που έχουν απολυτήριο Ελληνικού σχολείου. Διπλός είναι ο σκοπός του (άρθρο 64): «η περαιτέρω ανάπτυξις της εις τα ελληνικά σχολεία προκαταρτικής εκπαιδεύσεως καθ’ όλους τους κλάδους και κυρίως η προπαρασκευή των μαθητών, όσων μέλλουν να σπουδάσουν ανωτέρας επστήμας εις το Πανεπιστήμιον». Τρία λοιπόν επάλληλα σχολεία: το δημοτικό για τη λαϊκή τάξη, το ελληνικό για τη μικροαστική και το γυμνάσιο για τη μεσαία αστική τάξη, και παραπάνω το Πανεπιστήμιο για την «ηγέτιδα τάξιν». Βολικό αλήθεια, εκπαιδευτικό σύστημα. Το νεοϊδρυμένο Κράτος φροντίζει για όλε τις κοινωνικές τάξεις. Μα όλα αυτά «στο χαρτί». Στην πραγματικότητα ολόκληρο το εκπαιδευτικό σύστημα εξυπηρετούσε μόνο την «ηγέτιδα τάξιν». Θυσιαζόντουσαν τα 95% των παιδιών, για το χατίρι των λίγων, των προνομιούχων, που θα πηγαίνανε στο Πανεπιστήμιο.
Μας είναι πια γνωστή η βασική αιτία. Τη συναντούμε σε κάθε μας βήμα. Η φεουδαρχική ολιγαρχία δεν ενδιαφερόταν για το φωτισμό του λαού. Ήθελε την παιδεία αριστοκρατική. Το είχε διακηρύξει, λίγα χρόνια πριν ο Παν. Κοδρικάς: «….οι πακάληδες να καταγίνωνται με την οψοπολίαν….οι δε ευγενείς να ενασχολούνται εις την σπουδή και φιλολογίαν» [4] . Τρεις ήσαν οι συνέπειες από τη φεουδαρχική εκπαιδευτική πολιτική, σχετικά με την οργάνωση της παιδείας:
Πρώτη συνέπεια: η παιδεία προνόμιο των λίγων. Τυπικά οι πόρτες της μέσης και ανώτερης παιδείας ήσαν για όλα τα παιδιά ανοιχτές. Στην πραγματικότητα όμως κλειστές για τα παιδιά του δουλευτή λαού. Ήτανε τέτοια η εξαθλίωση και η φτώχεια, ώστε ούτε σκέψη δεν μπορούσε να κάνει ο εργάτης, ο αγρότης, ο βιοτέχνης μικροαστός, που βιοπάλαιε άγρια, να στείλει τα παιδιά του στη μέση παιδεία. Ούτε μαθητικά συσσίτια λειτουργούσαν, ούτε κρατικά οικοτροφεία, ούτε κρατικές και κοινοτικές υποτροφίες για τα φτωχά ικανά παιδιά. Στην πραγματικότητα λοιπόν μόνο τα παιδιά των πλουσίων, των ευκατάστατων μπορούσαν να προχωρήσουν στη μέση παιδεία.
Δεύτερη συνέπεια: Από τους δυό σκοπούς, που είχε το δημοτικό σχολείο, το ελληνικό και το γυμνάσιο, να δίνει το καθένα την αντίστοιχη κατάλληλη μόρφωση στη λαϊκή, στη μικροαστική και στη μεσαία τάξη, και  ταυτόχρονα να προετοιμάζει τα παιδιά, που θα φοιτούσανε στο παραπάνω σχολείο, στην πραγματικότητα υπερίσχυσε απόλυτα ο δεύτερος σκοπός, μ’ άλλα λόγια το δημοτικό σχολείο μοναδικό σκοπό είχε να προετοιμάζει τα παιδιά για το ελληνικό σχολείο, αυτό πάλι για το γυμνάσιο, και το γυμνάσιο να προετοιμάζει τα παιδιά για το πανεπιστήμιο. Έτσι έχασε το καθένα τους την αυτοτέλειά του. Το ένα υποτάχτηκε στο άλλο, και τα τρία μαζί στο Πανεπιστήμιο. Η οργάνωση λοιπόν της παιδείας ήταν στην πραγματικότητα αντιλαϊκή, αριστοκρατική.
Τρίτη συνέπεια: Αφού η παιδεία ήταν αριστοκρατική, προσαρμοσμένη για τους «ευγενείς» τους αριστοκράτες και πλουτοκράτες, και αφού γι’ αυτούς οι τεχνικές και επαγγελματικές – θεωρητικές και πραχτικές – γνώσεις ήσαν περιττές – τη χειρονακτική και πραχτική δουλειά τη θεωρούσαν εξευτελιστική- η μέση παιδεία από την πρώτη στιγμή που οργανώθηκε ήτανε μονοκόμματη και μονόπλευρη και ολόκληρες δεκαετηρίδες έμεινε και εξακολουθεί ως σήμερα να είναι χωρίς σχεδόν ουσιαστική διαφοροποίηση. Το μειονέχτημα τούτο επισφραγίζει την αντιλαϊκότητα στην οργάνωση της παιδείας. Η τεχνική και επαγγελματική εκπαίδευση είναι ανύπαρχτη και ύστερα από πολλά χρόνια άρχισε να φυτοζωεί, μα και τότε χάρη στην ιδιωτική πρωτοβουλία. Η παιδεία λοιπόν δεν έδωσε στα παιδιά τα εφόδια για να εκμεταλλευθούνε τις πλουτοπαραγωγικές πηγές και να προκόψει ο λαός. Αριστοκρατική και αντιπαραγωγική θυσίασε όλα στο Μολώχ του ψευτοκλασικισμού.
2. Αντιλαϊκή και αντιπαραγωγική και στο πρόγραμμα η μέση παιδεία[5]
α! Απόλυτος κυρίαρχος στη μέση παιδεία ο ψευτοκλασικισμός. Κυριαρχικά μαθήματα τα αρχαία ελληνικά και τα λατινικά. Βέβαια ο αρχαίος ελληνικός πολιτισμός και προπάντων ο πολιτισμός της αρχαίας Αθήνας κλείνει μέσα του πλούσια γόνιμα στοιχεία. Το δημοκρατικό πνεύμα και η ελευτερία του ατόμου, ο λυτρωμός από τις δεισιδαιμονίες και το πνευματικό σκοτάδι με το φως του λογικού, με την αναζήτηση της αλήθειας, η στροφή προς την  επιστήμη, το γκρέμισμα της αυθεντίας, η πνευματική και καλλιτεχνική ανάταση, η αναγνώριση και η εχτίμηση στην αξία της επίγειας ζωής, η δημιουργική χαρά και δράση, όλα αυτά τα γόνιμα στοιχεία είναι πλούσια κληρονομιά για όλη την ανθρωπότητα. Βέβαια οι κλασικές – οι ανθρωπιστικές όπως τις ονόμασαν – σπουδές είναι πολύτιμες για τη γενική μόρφωση της νεολαίας. Οι αρχαίοι κλασικοί προσφέρουνε πλούσια και παρορμητικά διδάγματα για τη δημιουργική δράση.
Τι γίνεται όμως στο ψευτοκλασικό γυμνάσιο. Κανένα ενδιαφέρο για τα γόνιμα στοιχεία του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού. Η ψευτοκλασική μέση παιδεία μας δεν ενδιαφέρεται για το ελληνικό πνεύμα. Εκείνο που την ενδιαφέρει είναι η αττική γλώσσα, ο νεκρός τύπος. Καμιά γνωριμία με τους αρχαίους κλασικούς. Οι αρχαίοι κλασικοί, καταντήσανε στα σχολεία μας σκιάχτρα της ζωής, σκιάχτρα της χαράς. Καλός μαθητής όποιος ξέρει ορθογραφία και έχει αποθηκέψει στο μυαλό του τη γραμματική και το συνταχτικό «της αττικής διαλέκτου». Η αποκρουστική θεματογραφία το κύριο κριτήριο για την πνευματική υπεροχή και την αξία του μαθητή.
Το επιχείρημα – το παρουσιάζουνε ξαναζεσταμένο ακόμη και σήμερα – πως η γραμματική και το συνταχτικό της αρχαίας αττικής οξύνουν τη διάνοια και ακονίζουνε την κρίση, είναι αβάσιμη δικαιολογία. Δεν θέλουν οι οπαδοί του ψευτοκλασικισμού να καταλάβουνε, πως το μυαλό – η διάνοια και η κρίση – τότε μόνο ακονίζεται, άμα το χρησιμοποιεί ο άνθρωπος, για να λύνει τα προβλήματα – από τα πιο απλά ως τα πιο σύνθετα – που αντιμετωπίζει στη ζωή, στην έρευνα, στη δημιουργική του δράση.
Βαρειά, αλήθεια, η θυσία στο βωμό του ψευτοκλασικισμού. Ώρες ατέλειωτες βασανίζονται τα παιδιά. Με δε μορφώθηκαν, δεν αναφτερώθηκαν. Μπουκώθηκαν με κανόνες γραμματικούς και συνταχτικούς, βιάζονται να αποτινάξουν από πάνω τους το άχρηστο για τη ζωή τους αυτό φορτίο και, εκτός από λιγοστές εξαιρέσεις, δεν πιάνουνε στα χέρια τους τα αρχαία κλασικά κείμενα, παρά μόνο σε μετάφραση.
Κλεισμένη η μέση παιδεία στο ψευτοκλασικό φρούριό της, με το πρόσωπό της γυρισμένο στα περασμένα, κρατάει άγρυπνη την προσοχή της να μην μπει στο κάστρο της ούτε ο αντίλαλος από τη γύρω πραγματικότητα, και υψώνει σινικά τείχη προς τη ζωή. Ο παρελθοντισμός της με τον παθητικό θαυμασμό στα περασμένα μεγαλεία, φραγμός στην πρόοδο. Η μέση παιδεία δεν προετοιμάζει τη νεολαία στο αναδημιουργικό της έργο. Και η ιστορία όπως διδάσκεται και όπως συχνά παραμορφώνεται, κάθε άλλο παρά βοηθάει τα παιδιά να κατανοήσουνε τη σημερινή πραγματικότητα. Δε φωτίζει τα παιδιά, πως γεννήθηκαν και γιατί δε λύθηκαν τα ζωτικά προβλήματα του ελληνικού λαού, ούτε ποιες είναι οι πραγματικές αιτίες, που εμποδίζουνε την προοδευτική λύση τους.
Και παράλληλα με την τυπολατρεία και τον ψευτοκλασικισμό, κλεισμένες οι πόρτες της μέσης παιδείας δεκαετηρίδες ολόκληρες στη νεώτερη ευρωπαϊκή λογοτεχνία και βαθειά περιφρόνηση στη «χυδαία» νεοελληνική. Ο «Ερωτόκριτος» χαραχτηρίστηκε από γλωσσαμύντορα καθηγητή κατάλληλο ανάγνωσμα για τις υπηρέτριες, και ο Εθνικός μας ποιητής Διονύσιος Σολωμός ελεεινολογήθηκε. Προτάθηκε μάλιστα να μεταφραστεί ο εθνικός μας ύμνος στην αρχαΐζουσα, για να εξευγενιστεί[6].
Τα «Νέα Ελληνικά» δεν έχουν καμία θέση στο πρόγραμμα ούτε των ελληνικών σχολείων ούτε των γυμνασίων. Το μάθημα τούτο μπαίνει στα σχολεία της μέσης παιδείας ύστερα από πολλά χρόνια. Στην αρχή στα «Νεοελληνικά Αναγνώσματα» καταχωρούνται πεζογραφήματα και ποιήματα γραμμένα στην υπερκαθαρεύουσα. Μα κι αυτά δε διδάσκονται. Πολλοί από τους Ελληνοδιδασκάλους και καθηγητές παραμελούσαν ολότελα τα «Νέα Ελληνικά». Πολλοί άλλοι κάνανε «τεχνολογία» γραμματική δηλαδή και συνταχτικό στα νεοελληνικά αυτά κείμενα. Έπειτα από το 1910 επιτρέπεται δειλά-δειλά και με αυστηρό έλεγχο η «είσοδος» και σε λογοτέχνες δημοτικιστές. Μα τα δημοτικιστικά αυτά λογοτεχνήματα και ποιήματα, τα καταχωρημένα στα «Νεοελληνικά Αναγνώσματα» συχνά τα κακοποιούν. Άλλοι από τους λειτουργούς της παιδείας την ώρα της διδασκαλίας τα «διόρθωναν» - όπως έλεγαν – γλωσσικά για να μην είναι τόσο κακόηχα[7], και άλλοι, αντί για κάθε άλλη διδασκαλία τα μεταφράζανε στην καθαρεύουσα για να τα εξευγενίσουνε[8].
β! Η δεύτερη κατάρα της μέσης παιδείας ήταν και εξακολουθεί να είναι ο στείρος εγκυκλοπαιδισμός. Τρία είναι τα ουσιαστικά γνωρίσματά του: η ποσοτική, διακοσμητική μάθηση, το στατικό αντίκρισμα της ζωής και της επιστήμης, και το διαζύγιο της θεωρίας με την πράξη.
Στη μέση παιδεία- και αντίστοιχα και στη δημοτική- μπήκανε ιδιαίτερα έπειτα από το 1900 ένα σωρό κλάδοι της επιστήμης – ο καθένας γα λογαριασμό του και ανεξάρτητα από τον άλλο – χωρίς όμως να θίξουνε το θεοκρατικό σχολαστικό πνεύμα που εξακολουθούσε να κυριαρχεί, χωρίς να αναταράξουνε τα πρασινισμένα νερά του ψευτοκλασικισμού, χωρίς να στρέψουνε το πρόσωπο της παιδείας προς τη σύγχρονη ζωή και τα προβλήματά της.
Το πρόγραμμα της μέσης παιδεία ολοένα και πλουτιζότανε με θεωρητικά μαθήματα. Τα παιδιά έπρεπε όλα να τα μάθουνε, να καταχτήσουνε τους κλάδους της επιστήμης, με τη μνήμη. Αγκομαχούν ακόμη και σήμερα να σηκώσουνε το ασήκωτο αυτό φορτίο και χίλιων ειδών τεχνάσματα σοφίζονται, για να γλυτώσουνε. Και βγαίνουν από το γυμνάσιο πολύμαθα, αν θέλετε, μα άσοφα και ανήξερα να αντιπαλαίσουνε στη ζωή. Τα παιδιά μας, μπορεί όσα ανθέξουνε, να γίνονται κατάφορτα εγκυκλοπαιδικά λεξικά, δε μορφώνονται όμως ποιοτικά, δεν εξοπλίζονται για τη ζωή.
Και τι λόγο έχει όλη αυτή η ποσοτική αυτή μάθηση; Διπλός ο σκοπός της. Η μέση παιδεία, κύριο έργο της έχει, όπως είδαμε[9] να προετοιμάζει τα παιδιά για το Πανεπιστήμιο. Πρέπει λοιπόν να διδάσκονται όλοι οι κύριοι κλάδοι της επιστήμης, στο γυμνάσιο, για να αποχτήσουνε τα παιδιά τα στοιχεία από την επιστήμη που θα διαλέξουνε. Έτσι θα είναι σε θέση να παρακολουθούνε τους σοφούς καθηγητές τους στο πανεπιστήμιο.
Μα υπάρχει και ένας άλλος ειδικός λόγος. Κριτήριο για την αξία του μορφωμένου πολλοί εξακολουθούν ακόμη και σήμερα να θεωρούν την πολυμάθεια και όχι την κοινωφέλιμη δημιουργική δράση. Τα ρούχα, λέμε, κάνουνε τον άνθρωπο. Το ίδιο οι φανταχτερές «διακοσμητικές» γνώσεις κάνουνε το μορφωμένο. Η παιδεία δεν υπάρχει λόγος να εξοπλίζει τα παιδιά της φεουδαρχικής και πλουτοκρατικής ολιγαρχίας για την παραγωγική εργασία. Σ’ αυτά τα παιδιά ταιριάζει η διακοσμητική μάθηση.
Πολύτιμο στήριγμα στην ποσοτική μάθηση το στατικό αντίκρυσμα της ζωής και της επιστήμης. Τόσα και τόσα τα θεωρητικά μαθήματα στο γυμνάσιο. Κομματιασμένη όμως η επιστήμη. Τα παιδιά δεν παίρνουνε συνθετική ζωντανή εικόνα, δεν κατανοούν τη ζωή και την επιστήμη. Λείπει η ενωτική γραμμή. Βλέπουνε τα δέντρα, μα χάνουν από τα μάτια τους το δάσος. Και το χειρότερο ακίνητη η ζωή μπροστά τους. Δε βλέπουνε τα παιδιά τη ζωή στην κίνησή της επάνω, στην εξάρτησή της από τα περασμένα και στην προοπτική, που ξανοίγεται. Δε βλέπουνε, πως και η φύση και η κοινωνία βρίσκονται σε αδιάκοπη αλλαγή, και πως η αλλαγή προχωρεί με εσωτερική νομοτέλεια. Και προβάλλεται για μοναδική ερμηνεία η  κυρίαρχη Θεία – Πρόνοια με την ανεξερεύνητη βούλησή της. Τόσο βαθιά ριζωμένο το θεοκρατικό πνεύμα στη μέση παιδεία. Έτσι σπρώχνονται τα παιδιά στη μοιρολατρεία. Δεν πρέπει με κανένα τρόπο να γίνουνε τα παιδιά καταλυτές και οικοδόμοι.
Κυριαρχική αντίληψη στη μέση παιδεία και στους θεωρητικούς κλάδους στην ανώτερη παιδεία, το διαζύγιο της θεωρίας με την πράξη. Η επιστήμη για την επιστήμη, και όχι για τη ζωή. Οι γνώσεις παίρνουνε στην παιδεία μας μεταφυσική οντότητα. Υπάρχουν έξω και πάνω από τη ζωή. Τις θεωρεί η παιδεία μας «αποροές» από το εξωκοσμικό υπερφυσικό πνεύμα, και γι αυτό έχουνε δική τους εσωκείμενη αξία έξω και πάνω από τη χρησιμοποίησή τους.
Τα παιδιά μ’ όλη τη διακοσμητική πολυμάθεια δεν κατανόησαν τον αληθινό προορισμό της γνώσης, της επιστήμης. Δεν ένιωσαν, πως η επιστήμη γεννήθηκε από τη ζωή και μέσα στη ζωή, μέσα στη δραματική πάλη του ανθρώπου να χτίσει την ευτυχία του επάνω στη γη. Δεν ένιωσαν, πως αξία έχει η πράξη, δεν είδανε πως η θεωρία βγήκε από την πράξη, και προορισμός της είναι να γίνει όργανο για την πράξη. Ούτε κατάλαβαν, πως το κριτήριο για την αλήθεια και την αξία της θεωρίας είναι η πράξη. Μ’ άλλα λόγια δεν κατάλαβαν, πως οι γνώσεις έχουνε πραγματική αξία, άμα με τη χρησιμοποίησή τους προάγουν τη ζωή και ανοίγουνε δρόμο στην πρόοδο.
Με τη διακοσμητική μάθηση και με το διαζύγιο της θεωρίας με την πράξη, η μέση παιδεία κατρακύλισε στο τελευταίο σκαλοπάτι της αντιλαϊκότητας. Καλλιεργεί στα παιδιά τον ψευτοαριστοκρατισμό και την περιφρόνηση προς την παραγωγική εργασία του χεριού. Όποιος πήρε «ενδειχτικό» πως αποθήκεψε στη μνήμη τις γνώσεις που έπρεπε, είναι αναξιόπρεπο να καταγίνεται με πραχτική παραγωγική εργασία. Δεν έμαθε γράμματα για να δουλεύει. Φορτώθηκε γνώσεις, για να υψωθεί κοινωνικά. Έτσι σπρώχνονται οι απόφοιτοι της ψευτοκλασικής μέσης παιδείας στον παρασιτισμό και τη θεσιθηρία.
Μέσα σ’ αυτή τη θεοκρατική ψευτοαριστοκρατική ατμόσφαιρα, είναι ολοφάνερο, πως η τεχνική μόρφωση και επαγγελματική εκπαίδευση δεν μπορούσαν να έχουνε καμιά θέση στην κρατική μέση παιδεία. Το μαχαίρι όμως, όπως λένε, έφτασε στο κόκκαλο. Παρ’ όλη την αντίδραση από τους οπαδούς της φεουδαρχικής γλωσσοεκπαιδευτικής παράταξης η τεχνική μόρφωση και η επαγγελματική εκπαίδευση κερδίζουν τώρα τελευταία έδαφος  και αναγνωρίζεται η χρησιμότητά τους.







[1] Σωκρ. Παπαδημητρίου «Ιστορία του Δημοτικού Σχολείου» 1950 σελ. 15
[2] Κοίταξε παραπάνω σελ. 18 σημείωση (χειρόγραφο)  Α’ ΜΕΡΟΣ Σημείωση αρ.17
[3] Κοίταξε παραπάνω σελ 5 σημείωση ( χειρόγραφο) Α’ ΜΕΡΟΣ Σημείωση αρ.3  
[4] Κοίταξε παραπάνω σελ.13 (χειρόγραφο) Α’ ΜΕΡΟΣ σελ. 8
[5] Για ν’ αποφύγω επαναλήψεις, και για να μπορέσει ο αναγνώστης να παρακολουθήσει τη βασανιστική πορεία της μέσης παιδείας και τις προσπάθειες για την προοδευτική μεταρρύθμιση, θα απλώσω τη σύντομη κριτική ανασκόπηση για το πρόγραμμα σ’ όλη τη χρονική περίοδο από τον Όθωνα ως σήμερα. Στα 130 χρόνια της ελεύθερης ζωής μας το πρόγραμμα της μέσης παιδείας διατηρεί τα κύρια χαραχτηριστικά του γνωρίσματα παρ’ όλες τις επιφανειακές μικροβελτιώσεις.
[6] Μερικοί ζητήσανε να αλλάξουνε τον Εθνικό Ύμνο. Να ένα υπόδειγμα (δημοσιεύτηκε στο Περιοδικό «Εβδομας» το 1891 –Γιάννη Κορδάτου: Ιστορία του γλωσσικού ζητήματος σελ. 124
Εις ακτάς, κοιλάδας ,όρη
πνεύμα φέρεται ζωής
και αστράπτον πάλλει δόρυ
η αρχαία ηρωίς
Φέρει θώρακα και κράνος
της Προμάχου την στολήν
και υψοί υπερηφάνως
ελευθέραν κεφαλήν
Μετά δουλικάς βασάνους
μετά συμφοράς πολλάς
νίκας έδρεψες, στεφάνους
χαίρε, χαίρε, ω Ελλάς


[7] Ιδιαίτερα διόρθωναν τους φθόγγους (μπ, ντ, φτ,χτ ) σε β, δ, πτ, κτ. Τέτοια παραμορφωτικά διορθώματα έκανε και ο Οργανισμός Σχολικών Βιβλίων (ΟΕΣΒ) στα «Νεοελληνικά Αναγνώσματα» που τύπωνε. Για παράδειγμα στο «Νεοελλ. Αναγν.» Δ’ Γυμνασίου Καλαματιανού-Ρωμαίου 1956 σελ. 156 στο ποίημα του Πολέμη «Μιστράς» τα «δίχτυα» έγιναν «δίκτυα». Επίσης Ε’ Γυμνασίου Κοντόπουλου κ.τ.λ. 1950 σελ. 88 το «κλέφτης» έγινε «κλέπτης» σελ. 87 τα «δέντρα» έγιναν «δένδρα» και σελ. 105 το «φριχτόν» έγινε «φρικτόν»
[8] Στο Ελληνικό σχολείο στην Αθήνα όπου πρωτοδιορίστηκα το 1911, ο Σχολάρχης αυτή τη «μεταφραστική»! μέθοδο εφάρμοζε. Την ίδια μέθοδο μου σύστησε και μένα να ακολουθήσω. Έπρεπε να προφυλάξουμε τα παιδιά από το γλωσσικό «εκχυδαϊσμό»! .
[9] Κοίταξε παραπάνω σελ. (Πιστεύω ότι εννοεί σελ. 6 Μέση παιδεία) 

Δεν υπάρχουν σχόλια: